Περί τίνος πρόκειται ;
Είναι σύνηθες άνθρωποι οι οποίοι υποφέρουν από ανεξήγητα ψυχοσωματικά προβλήματα, έντονο, συχνό ή συνεχές άγχος, κατάθλιψη κι έντονη ψυχολογική και σωματική δυσφορία να πάρουν διαγνώσεις οι οποίες είτε είναι εσφαλμένες, είτε ελλειπείς. Μία διάγνωση διαταραχής άγχους, κατάθλιψης ή κάποιας άλλης διαταραχής συναισθήματος μπορεί να κρύβει πίσω της μία μακρόχρονη ιστορία επιβίωσης που ξεκίνησε στην πρώιμη και ύστερη παιδική ηλικία και σημαδεύτηκε από απώλεια, από σχέσεις που διαταράχθηκαν από παραμέληση ή και κακοποίηση, από δυσλειτουργικό οικογενειακό περιβάλλον, από γεγονότα βίας κι εκφοβισμού.
Σύμφωνα με έρευνες που ξεκίνησαν στις Ηνωμένες Πολιτείες κι επεκτάθηκαν αργότερα στο Ηνωμένο Βασίλειο, βρέθηκε έντονη συσχέτιση μεταξύ της βίωσης δυσχερών γεγονότων της παιδικής ηλικίας κι εφηβείας και μετέπειτα προβλημάτων σωματικής και ψυχικής υγείας στην ενήλικη ζωή. Με τον όρο δυσχερή γεγονότα και συνθήκες, οι μελέτες αυτές αναφέρονται στις εξής κατηγορίες:
- Σωματική κακοποίηση
- Σεξουαλική κακοποίηση
- Συναισθηματική κακοποίηση
- Συμβίωση με κάποιον που έκανε κατάχρηση ναρκωτικών ή αλκοόλ
- Υλική παραμέληση
- Συναισθηματική παραμέληση
- Έκθεση σε ενδοοικογενειακή βία
- Συμβίωση με κάποιον που έχει φυλακιστεί
- Συμβίωση με έχοντα σοβαρή ψυχική ασθένεια
- Απώλεια γονέα λόγω διαζυγίου, θανάτου ή εγκατάλειψης
Βρέθηκε ότι η εμπειρία ενός και πάνω από τα παραπάνω σε συνδυασμό με την ποιότητα των σχέσεων δεσμού με τους κηδεμόνες μπορούν να προβλέψουν το μέλλον της ψυχικής υγείας του ανθρώπου, ακόμα και την πιθανότητα εκδήλωσης σωματικών ασθενειών, όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις, εγκεφαλικά, διαβήτης, άσθμα, ημικρανίες. Ο συνδυασμός αυτών των συνθηκών συνθέτουν το σκηνικό του αναπτυξιακού ψυχικού τραύματος, ως ψυχοσωματική αντίδραση στις παραπάνω συγκυρίες.
Το Συμβούλιο Τραύματος του Ηνωμένου Βασιλείου ορίζει το σύνθετο τραύμα ως τραυματικές εμπειρίες που περιλαμβάνουν πολλαπλά γεγονότα που εμπεριέχουν διαπροσωπικές απειλές κατά την παιδική ηλικία ή την εφηβεία. Τέτοια γεγονότα μπορεί να περιλαμβάνουν κακοποίηση, παραμέληση, διαπροσωπική βία, κοινωνική βία, ρατσισμό, κοινωνικές διακρίσεις και πόλεμο. Αυτές οι εμπειρίες συνήθως προκύπτουν στο πλαίσιο των σχέσεων ενός παιδιού, συμβαίνουν κατά την ανάπτυξη του κι έχουν σημαντικό αντίκτυπό στα συναισθήματα και στον ψυχισμό τους. Τέλος, είναι χρόνιες ή επαναλαμβανόμενες.
Είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε ότι ο αρνητικός αντίκτυπος των δυνητικά τραυματικών εμπειρίων μπορεί να ανακοπεί όταν στον άμεσο περίγυρο του παιδιού ή εφήβου υπάρχει υποστηρικτική παρουσία ή ασφαλής δεσμός με κάποιον ενήλικα σημαντικό στη ζωή του παιδιού.
Η έκφραση του αναπτυξιακού τραύματος
Οι δυσχερείς συγκυρίες που αναφέρθηκαν φορτώνουν και κατακλύζουν το νευρικό σύστημα του παιδιού το οποίο μπορεί να καταλήξει να βρίσκεται συχνά ή και συνεχώς σε κατάσταση αυτοάμυνας, πάλης ή διαφυγής, παγώματος και κατάρρευσης επειδή το περιβάλλον γύρω του δεν είναι ασφαλές, είναι απειλητικό και απρόβλεπτο. Το μακροχρόνιο αποτέλεσμα είναι αυτά τα παιδιά να βρίσκονται συνεχώς σε εγρήγορση ή το αντίθετο, σε αποσύνδεση, αποκομμένα από το περιβάλλον τους. Προσαρμόζονται στα περιβάλλοντά τους προσπαθώντας να προβλέψουν την επόμενη απειλή που θα δεχθούν, αλλά μεγαλώνοντας μαθαίνουν να βλέπουν κίνδυνο εκεί που δεν υπάρχει. Λόγω της συνεχούς επαγρύπνησης, δεν μαθαίνουν πως να φροντίζουν τα δικά τους συναισθήματα, πως να χαλαρώνουν και να αυτορυθμίζονται ψυχικά, καθώς δεν το έχουν διδαχτεί επαρκώς από τους ενήλικες αλλά κι επειδή δεν έχει δοθεί προτεραιότητα στις δικές τους ανάγκες. Πολλές φορές δεν αναγνωρίζουν τα ίδια τους τα συναισθήματα και συχνά δυσκολεύονται στις διαπροσωπικές τους σχέσεις.
Σε γενικές γραμμές το αναπτυξιακό τραύμα μπορεί να εκφραστεί στους παρακάτω τομείς:
- Αισθητηριακή ανάπτυξη: ένα παιδί που βιώνει ανασφάλεια ή κίνδυνο δεν μαθαίνει να φιλτράρει τις πληροφορίες και τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος του γιατί δεν έχει το χρόνο ή τη γνώση να αναλογιστεί ποια ερεθίσματα είναι χρήσιμα και πια όχι. Επομένως, πολλές αισθητηριακές εμπειρίες μπορούν να συνδυαστούν στη αντίληψη του παιδιού με την εμπειρία του κινδύνου.
- Ανάπτυξη αντιδράσεων αποσύνδεσης/ διάσχισης: για να αναταπεξέλθει ένα νευρικό σύστημα στην απειλή και στον κίνδυνο, είναι δυνατόν να ξεκινήσει μια διαδικασία συνειδησιακής αποσύνδεσης, οποία έρχεται στο προσκήνιο για να προστατέψει το παιδί από την έντονη αναστάτωση και τον ψυχοσωματικό πόνο. Η αποσύνδεση είναι ένα φάσμα το οποίο ξεκινάει από τις ενεργητικές πράξεις αυτοπροστασίας της πάλης, της φυγής (υπερκινητικότητας) και του παγώματας (αξιολόγησης της καλύτερης δυνατής αντίδρασης) του νευρικού συστήματος. Στις πιο απειλητικές καταστάσεις κι όπου ο κίνδυνος παγιώνεται και γίνεται χρόνιος, η αποσύνδεση παίρνει παθητικές μορφές, όπου μεταβάλλεται η συνειδητή αντίληψη, υφίσταται αποκοπή από τα συναισθήματά, υπάρχει απώλεια μνήμης, το σώμα ή μέρη του μπορούν να μην βιώνονται ως δικά τους, το περιβάλλον μπορεί να μοιάζει ξένο ή ψεύτικο και θολό, και μπορεί να οδηγήσει και στη λιποθυμία εφ’όσον δεν υπάρχει διαφυγή από τον κίνδυνο. Ένα παιδί το οποίο συχνά μπορεί να βιώνει δυσχερείς συνθήκες κι ένα μη υποστηρικτικό περιβάλλον, μαθαίνει να αποκόπτεται από τα συναισθήματά του συστηματικά, να ονειροπολεί, να έχει προβλήματα με την προσοχή και συγκέντρωση, να είναι μπερδεμένο, να ξεχνάει.
- Μοτίβα σχέσεων και δεσμών: οι άνθρωποι είμαστε όντα κοινωνικά και αυτή η κοινωνικότητα εκφράζεται στα βρέφη και στα παιδιά μέσα από τις συμπεριφορές αναζήτησης προσκόλλησης, αναζήτησης δεσμού δηλαδή, αρχικά προς τους κύριους κηδεμόνες κι έπειτα και σε άλλα άτομα του περιβάλλοντός τους. Αν αυτή η ανάγκη παραμεληθεί ή τιμωρηθεί, δε θα τεθούν οι βάσεις για υγιείς σχέσεις στο μέλλον. Αυτό μπορεί να συμβεί διότι θα έχει πληγεί η εμπιστοσύνη του παιδιού, αλλά κι επειδή θα πρέπει να επινοήσει διάφορους τρόπους ώστε οι ανάγκες του να αναγνωριστούν από τους γονείς, φίλους και μέλλοντες συντρόφους. Το παιδί αυτό στην ενήλικη ζωή, είναι αρκετά πιθανό να είναι φοβικό και αποφευκτικό στις σχέσεις, ή να είναι δυσλειτουργικά προσκολλημένο ή και τα δύο, ανάλογα με τις περιστάσεις.
- Συναισθηματική ρύθμιση: η έλλειψη υγιούς δεσμού από την πρώιμη παιδική ηλικία, μπορεί και να επηρεάσει την ικανότητα ρύθμισης των συναισθηματικών αναταράξεων του παιδιού. Οι άνθρωποι δεν μαθαίνουν να αποφορτίζονται συναισθηματικά υγιώς από μόνοι τους. Η διαδικασία της συναισθηματικής ρύθμισης ξεκινά από νωρίς στη ζωή με τη βοήθεια ενός ενήλικα, συναισθηματικά εναρμονισμένου με τις ανάγκες του παιδιού/ βρέφους. Αν αυτή δεν εξελιχθεί με αυτόν τον τρόπο, διακοπεί ή διαταραχθεί από εγκατάλειψη, έλλειψη συστηματικότητας και αξιοπιστίας, ή πληγεί, τότε το παιδί δε θα τα καταφέρει μόνο του, γεγονός το οποίο είναι πολύ πιθανό να επηρεάσει την ψυχική του υγεία αλλά και τις σχέσεις του.
- Συμπεριφορά: Η συμπεριφορά πάει χέρι-χέρι με την συναισθηματική ρύθμιση καθώς η έλλειψη της ικανότητας αυτής σημαίνει ότι ένα παιδί που βιώνει δυσχερείς καταστάσεις, ταλαντεύεται μεταξύ της υπερβολικής εγρήγορσης και της αποσύνδεσης κι αποκοπής. Αυτό συμβαίνει γιατί, όπως εξηγήθηκε παραπάνω, απουσιάζει η δυνατότητα να παραμείνει το παιδί σε μια κατάσταση σχετικής ηρεμίας, ικανοποίησης, λειτουργικότητας κι ασφάλειας λόγω των έντονων περιβαλλοντικών καταστάσεων.
- Γνωστική ανάπτυξη: Ένα παιδί που βιώνει συχνή υπερδιέγερση λόγω των παραπάνω εμπειριών που συζητήθηκαν, έχει ένα νευρικό σύστημα το οποίο έχει ‘κολλήσει’ στις εγκεφαλικές λειτουργίες της αποσύνδεσης, της φυγής, της πάλης, του παγώματος και της παράδοσης. Έτσι, δεν έχει την ευκαιρία να μάθει τις δεξιότητες της συνεχόμενης συγκέντρωσης, της οργάνωσης, του σχεδιασμού, της επίλυσης προβλημάτων, της εκμάθησης μέσω λαθών. Αυτές οι λειτουργίες χρειάζονται κάποιον βαθμό ψυχικής ηρεμίας για να αναπτυχθούν.
- Αυτοαντίληψη/ αυτοεικόνα: η συχνή έκθεση σε δυσχερείς καταστάσεις, επιθετικές η απειλητικές συμπεριφορές, μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη μιας αρνητικής αντίληψης για τον εαυτό. Το παιδί σχηματίζει μια αίσθηση ότι είναι κακό, ή προβληματικό, ότι φταίει ή είναι υπεύθυνο για τα συναισθήμτα των άλλων γύρω του, ότι είναι ανεπιθύμητο.
Επίλογος
Τα βρέφη, τα παιδιά και οι έφηβοι κάποια στιγμή ενηλικιώνονται το οποίο σημαίνει πως αυτονομούνται, μπαίνουν σε σχέσεις, στην εργασία, αναλαμβάνουν τα ηνία της ζωής τους. Για πολλούς τραυματισμένους ψυχικά ανθρώπους αυτή η διαδικασία της ενηλικίωσης ξεκινά πολύ νωρίτερα, συναισθηματικά και πρακτικά. Αυτό όμως σημαίνει πως κουβαλάνε το βάρος και τα σημάδια των δύσκολων εμπειριών τους και αργότερα στη ζωή με τρόπο που επηρεάζει την σχέση τους με τους εαυτούς τους, με τους άλλους ανθρώπους αλλά και με τον ευρύτερο κόσμο. Σε επόμενο άρθρο, θα επικεντρωθώ στο πως εξελίσσονται τα αναπτυξιακά τραύματα στην ενήλικη ζωή.